Τα θεμελιώδη οικονομικά στοιχεία της Γαλλίας αποτελούν ξεκάθαρη απόδειξη ότι και μεγάλες χώρες που στο παρελθόν πρωταγωνίστησαν στο διεθνές στερέωμα, ίσως να αντιμετωπίσουν δομικά προβλήματα, τα οποία δεν μπορούν επ’ αόριστον να μετατίθενται. Με τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ στο 113% και με έλλειμμα, που ξεπερνά το 5%, η γαλλική οικονομία αποτελεί έμπρακτη απόδειξη ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες της ευρωζώνης είναι πολύ δύσκολο να τηρηθούν – όπως η συνθήκη του Μάαστριχτ που ορίζει αναλογία 60% του χρέους ως προς το ΑΕΠ και 3% έλλειμμα - ειδικά όταν τα κέντρα παραγωγής αγαθών έχουν μετατοπιστεί σε νέες περιοχές, μετατρέποντας τον κόσμο σε πολυπολικό. Η υποβάθμιση της Γαλλίας από τον οίκο Fitch από ΑΑ- σε Α+ έχει πολλαπλές συνέπειες στην ευρωζώνη.
Ενδεικτικά επισημαίνουμε:
- Μείωση εμπιστοσύνης στο ευρώ. Στην ανάλογη δημοσιονομική κρίση της Ελλάδας είχε προκληθεί μεγάλη αποδυνάμωση του ευρώ έναντι των άλλων νομισμάτων, αφού οι αγορές την είχαν ερμηνεύσει ως αδυναμία διαχείρισης μιας κρίσης χρέους το οποίο μάλιστα αντιστοιχούσε σε λιγότερο από 2% του συνολικού ΑΕΠ της ευρωζώνης. Το γαλλικό ΑΕΠ όμως αντιστοιχεί σε περίπου 16% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, ποσοστό που αναδεικνύει τους ευρύτερους συστημικούς οικονομικούς κινδύνους.
- Αύξηση επιτοκίων δανεισμού (spreads). Όταν οι επενδυτές διαβλέπουν σταθερή αύξηση του χρέους - θα ξεπεράσει το 120% του ΑΕΠ ως το 2027 - συνδυαστικά με αδυναμία μείωσης του ελλείμματος - δεν πείθονται ότι μέχρι το 2029 θα διαμορφωθεί στο 3% του ΑΕΠ - αυξάνεται το ρίσκο για τα ομόλογα αυτής της χώρας και κατ’ επέκταση το κόστος δανεισμού. Ο κίνδυνος, που δεν περιορίζεται στη Γαλλία, είναι ότι οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, οι οποίες στο παρελθόν είχαν δυσκολίες να πετύχουν δημοσιονομική ισορροπία όπως η Ελλάδα,η Πορτογαλία και η Ισπανία, ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν αυξημένο κόστος για την εξυπηρέτηση του χρέους τους, χωρίς τώρα οι ίδιες να ευθύνονται. Αυτό αφαιρεί πόρους από προγράμματα δημοσίων επενδύσεων και κοινωνικής πολιτικής με αποτέλεσμα την συμπίεση της οικονομικής δραστηριότητας της ευρωζώνης, την διολίσθηση σε στασιμότητα και ενδεχομένως σε ύφεση.
- Απώλεια πόρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η Γαλλία συνεισφέρει 27 δις ευρώ ετησίως, το 18% του συνόλου της ευρωζώνης. Ένα πιθανό πακέτο διάσωσης θα μπορούσε να στερήσει πόρους από τις άλλες οικονομίες για μεγάλα προγράμματα, που αφορούν τις αμυντικές δαπάνες ή την πράσινη μετάβαση, προκαλώντας αναπτυξιακή υστέρηση και εμπόδιο στον εκσυγχρονισμό των οικονομιών όσων προσπαθούν να μετασχηματιστούν, όπως η χώρα μας.
- Θεσμικό ζήτημα. Τα κεντρικά όργανα ασκήσεως πολιτικής, όπως η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενδεχομένως να οδηγηθούν στην επιβολή δημοσιονομικής πολιτικής σκληρής και ίσως μιας στείρας σαδομονεταριστικής προσέγγισης, που εφαρμόστηκε στην περίπτωση της Ελλάδος τα πέτρινα χρόνια των μνημονίων, στραγγάλισε τη μεσαία τάξη και οδήγησε σειρά μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην αποσύνθεση και το κλείσιμο. Διαμορφώνοντας μια εντελώς διαφορετική νομισματική πολιτική ελλοχεύει ο κίνδυνος να ατονήσουν ή να εγκαταλειφθούν μεγαλεπήβολα αναπτυξιακά σχέδια της Ένωσης, να μην προχωρήσουν οι προγραμματισμένες επενδύσεις, οι οποίες μακροπρόθεσμα θωρακίζουν την οικονομία και εξασφαλίζουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
- Πολιτικό πρόβλημα. Μετά την πτώση της κυβέρνησης έγινε ξεκάθαρο ότι η νέα γαλλική κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με την αναγκαστική εφαρμογή μέτρων λιτότητας, τα οποία θα συμπιέσουν περαιτέρω τους πολίτες και δυνητικά μπορεί να ωθήσουν ιδίως τους νέους ψηφοφόρους σε λαϊκίστικους σχηματισμούς όπως της Mαρίν Λεπέν. Εάν αυτή η τάση επιβεβαιωθεί στις προεδρικές κάλπες του 2027, σε συνδυασμό με τη διαφαινόμενη εκλογική άνοδο του γερμανικού AFD, οι ευρωσκεπτικιστικές τάσεις θα ενισχυθούν και θα αποκτήσουν μια πολύ ισχυρή εκπροσώπηση στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε «αποστείρωση» τις οικονομίες αυτές και στην αναβολή των αναγκαίων βημάτων για την ευρωπαϊκή ενοποίηση, αφήνοντας τις οικονομίες που δεν έχουν μεγάλο βάθος και μεταποιητικό βραχίονα πολύ πίσω στην ανάπτυξη.
Συμπέρασμα
Η χώρα μας οφείλει να μελετήσει γρήγορα τη διαγραφόμενη πραγματικότητα με την κινητοποίηση των κρατικών δομών, των πανεπιστημίων, των παραγωγικών φορέων και των Επιμελητηρίων ώστε να διαμορφώσει επαρκείς εναλλακτικές πολιτικές για κάθε ενδεχόμενο προστατεύοντας την ραχοκοκαλιά της τους ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΟΥΣ και προωθώντας την κοινωνική μέριμνα. Είναι απαραίτητο πλέον, μετά τις τραυματικές εμπειρίες του πρόσφατου παρελθόντος να υιοθετήσουμε το πρότυπο του Προμηθέα που φροντίζει και σχεδιάζει και όχι του Επιμηθέα που περιμένει την αρνητική συγκυρία και εκ των υστέρων προσπαθεί να την αντιμετωπίσει.
Ο Φάνης Ματσόπουλος είναι Υπεύθυνος Συμβουλευτικής Υποστήριξης Επιχειρήσεων και μέλος Διοικητικής Επιτροπής ΕΒΕΑ